Προβολή όλων των 6 αποτελεσμάτων

ΑΜΛΕΤ

14.00

Ο ΑΜΛΕΤ είναι το έργο που κατεξοχήν κατοικείται από ίσκιους αγνοουμένων, είτε το έγραψε ο Σαίξπηρ για να περιθάλψει κάποιον δικό του ακριβό και ανομολόγητο αγνοούμενο είτε όχι. Μολαταύτα, όσο κι αν βλέπουμε στον ‘Aμλετ ένα έργο πένθους από τα πιο συγκινητικά και πιο ανήσυχα στη λογοτεχνία, δεν θα καταφέρουμε ποτέ να διεισδύσουμε “στην καρδιά του μυστηρίου” του Σαίξπηρ. Δεν χρειάζεται, άλλωστε. Το φάσμα των συναισθημάτων μας για όλα όσα είναι για μας βαθύτερα από το δάκρυ θα εμπλουτίζεται πάντα από τη βαθιά δομημένη αδιαφάνεια του σαιξπηρικού ήρωα. Εκείνος θα κερδίζει τη δυσκολότερη μάχη της έκφρασης και θα πεθαίνει τον δυσκολότερο θάνατο. “Τ’ άλλα είναι σιωπή”. Το δικαίωμά μας σ’ αυτή τη σιωπή, τη σιωπή μιας βαθύτερης κατανόησης του εαυτού μας και του άλλου, το κατέκτησε για λογαριασμό όλων μας ο ‘Aμλετ.

ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΜΟΣ Η’-ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΜΑΣ ΤΣΙΡΚΟ,Ο ΕΧΘΡΟΣ ΛΑΟΣ

16.20

ΡΩΜΙΟΣ: Αρκετά!… Και τώρα μια τελευταία διευκρίνιση. Είπα ότι το έργο μας είναι κωμωδία. Αλλά δεν είναι απλώς διότι έτσι γράφτηκε ή διότι το λέμε εμείς. Είναι κωμωδία για έναν άλλο σοβαρότερο και πολύ πιο έγκυρο λόγο: Το δηλώσαμε ως κωμωδία, το υποβάλαμε στη λογοκρισία ως κωμωδία και ενεκρίθη ως κωμωδία δια της υπ’ αριθμόν 199 αποφάσεως. Δε θέλω με τούτο να πω ότι δυνάμει του νόμου τάδε είστε υποχρεωμένοι να γελάσετε. Κάθε άλλο! Επισημαίνει απλώς ότι οποιαδήποτε ομοιότης της κωμωδίας μας με δράμα είναι τελείως συμπτωματική.

Απόσπασμα από το θεατρικό έργο: «Το μεγάλο μας τσίρκο», Μέρος πρώτο, Έναρξη, από το Θέατρο, τόμος Η’, Κέδρος, 2010

ΜΑΚΒΕΘ

14.20

Δράμα σε πέντε πράξεις και είκοσι οχτώ σκηνές. Τον Μάκβεθ του Σαίξπηρ διαβάσαμε με μεγάλη ευχαρίστηση στην υποδειγματική και βαθύτατη μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά. Ο Μάκβεθ είναι η συντομότερη τραγωδία του Σαίξπηρ. Συνίσταται στις πέντε πράξεις ενός “εφιάλτη”, που αρχίζουν και τελειώνουν εν ριπή οφθαλμού. Ο Μάκβεθ είναι στρατηγός στον στρατό του Σκότου βασιλιά Ντάνκαν και θέλει να καταλάβει την εξουσία· για να το πετύχει αυτό θα διαπράξει μια σειρά από φόνους -τον έναν μετά τον άλλον-, ύστερα από προτροπή της γυναίκας του, της Λαίδης Μάκβεθ. Στο τέλος της τραγωδίας θα πεθάνει από το χέρι του ευγενούς Μάκνταφ, αφού οι φόνοι του θα έχουν αποκαλυφθεί. Ο Μάκβεθ έχει καταπνίξει μια επανάσταση και είναι δυνατόν να γίνει βασιλιάς, και έτσι πρέπει να γίνει – επιταγή της μοίρας. Δολοφονεί γι’ αυτόν τον λόγο τον νόμιμο ηγεμόνα Ντάνκαν. Αυτό όμως δεν είναι αρκετό·…

Ο ΓΛΑΡΟΣ

11.20

Η μετάφραση το 1966 έγινε από το πρωτότυπο (έκδοση των Απάντων του Τσέχωφ, Πετρούπολη, 1903) σε συνεργασία με τη μητέρα της Ξένιας Καλογεροπούλου, Ίρα Οικονομίδου, που μητρική της γλώσσα ήταν τα ρωσικά.
Η μετάφραση ξαναδουλεύτηκε το 1976 και το 1985, ενώ το 1996, πριν δοθεί στο τυπογραφείο το κείμενο ξαναδουλεύτηκε και έγινε παραβολή με νεότερη έκδοση των Απάντων (Μόσχα, 1978).
Το 2002, πριν από τη δεύτερη έκδοση, η μετάφραση δουλεύτηκε μια τελευταία φορά και στις σημειώσεις ενσωματώθηκαν ορισμένες παραλλαγές, καθώς και όσα είχε περικόψει η λογοκρισία.

ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΗΣ ΝΥΧΤΑΣ

12.20

Έργο γραμμένο το 1595, το Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας είναι ένας ύμνος της ερωτικής μέθης του βίου.
Ο έρωτας ως θαύμα, μαγεία, όνειρο, θάνατος, πάθος, κυριαρχεί στους νέους, που αγνοούν την κοινωνική ηθική και υπακούουν στα προστάγματα της καρδιάς τους.
Με έντονα αναγεννησιακά στοιχεία, το έργο διεισδύει και στον κόσμο των ξωτικών, για να επαναλάβει κι εκεί το ίδιο γαϊτανάκι του έρωτα. Παράλληλα, καταδεικνύει και την απλοϊκότητα, αλλά και την αγνότητα της ψυχής των εργατών, που συμμετέχουν κι αυτοί με τον τρόπο τους στο γενικό πανηγύρι.
Τα πλούσια ηθογραφικά στοιχεία, οι λαϊκές παραδόσεις και τα παραμύθια κυριαρχούν σ’ αυτό το πραγματικά θεσπέσιο Όνειρο κάποιας βραδιάς του καλοκαιριού.
Το Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας» και η Τρικυμία είναι τα μόνα έργα που για την σύνθεσή τους ο Σαίξπηρ δεν χρησιμοποίησε άλλες πηγές ή προγενέστερα κείμενα.

ΡΩΜΑΙΟΣ ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΕΤΑ

10.00

Το ΡΩΜΑΙΟΣ ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΕΤΤΑ, γραμμένο κατά πάσα πιθανότητα μέσα στο 1595, έχει χαρακτηριστεί ως «το πιο σύνθετο προϊόν της λυρικής περιόδου του Σαίξπηρ». Ξεκινά αναπτύσσοντας όλες τις τυπικές προϋποθέσεις μιας ρομαντικής ερωτικής κωμωδίας, αλλά φτάνοντας στη μέση, με τον αδόκητο θάνατο του Μερκούτιου –ένα από τα πιο λαμπερά δημιουργήματα της κωμικής φαντασίας του Σαίξπηρ– , ο κόσμος του ξαφνικά συστέλλεται και το γαμήλιο όραμα μεταπίπτει άρδην σε τραγωδία. Το έργο είναι ένα έμμετρο επιθαλάμιο παραμύθι, μια παρατεταμένη γαμήλια τελετή η οποία –σαν από μια τυχαία επιπλοκή του μεταφορικού της συστήματος– βρέθηκε ξαφνικά να κυριολεκτεί και μεταβλήθηκε σε αιματηρή θυσία. Γι’ αυτό, η πληρέστερη γλώσσα που διαθέτουμε για να κατανοήσουμε την αφύπνιση του έρωτα, τη μέχρις εσχάτων και έως θανάτου υπερβολή του, εξακολουθεί να είναι αυτή η ευωχία των αισθήσεων που μας παρέχει η συντροφιά των νέων από τη Βερόνα: η γενναιόδωρη Ιουλιέττα, ο παρορμητικός Ρωμαίος, ο πληθωρικός και ανελέητα είρων Μερκούτιος.