Προβολή όλων των 5 αποτελεσμάτων

ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΜΕ ΑΓΧΟΣ

15.50

Μια νέα γυναίκα επιχειρεί να ληστέψει μια τράπεζα. Για να γλιτώσει τη σύλληψη, μπαίνει σε ένα διαμέρισμα προς πώληση και κρατά ομήρους όσους είναι εκεί: την υπερενθουσιώδη μεσίτρια, ένα ζευγάρι συνταξιούχων που ανακαινίζει και πουλά διαμερίσματα για να καλύψει το κενό στον γάμο τους, δύο κοπέλες που διαφωνούν σε όλα, αλλά ετοιμάζονται να φέρουν στον κόσμο ένα παιδί μαζί, μια κυνική διευθύντρια τράπεζας με τάσεις αυτοκτονίας, μια ηλικιωμένη που υποφέρει από μοναξιά. Η αστυνομία περικυκλώνει το διαμέρισμα και, ενώ η αγωνία κορυφώνεται, όμηροι, ληστής και αστυνομικοί αρχίζουν να έρχονται κοντά και ανακαλύπτουν ότι έχουν περισσότερα κοινά απ’ όσα θα μπορούσαν να φανταστούν.

ΕΝΑΣ ΑΝΤΡΑΣ ΠΟΥ ΤΟΝ ΛΕΝΕ ΟΥΒΕ

15.00

Ο Ούβε είναι πενήντα εννέα χρονών και ζει μόνος. Έχει αυστηρές αρχές και μια ρουτίνα που δεν αλλάζει ποτέ. Κάθε μέρα επιθεωρεί τη γειτονιά και ελέγχει αν τηρούνται οι κανόνες που έχει ορίσει ο σύλλογος ιδιοκτητών ακινήτων. Οι γείτονες τον θεωρούν απρόσιτο, ψυχρό και ιδιότροπο. Ο κόσμος τον απογοητεύει διαρκώς, κι εκείνος δεν διστάζει να δείχνει τη δυσαρέσκειά του σε κάθε ευκαιρία.
Μια μέρα οι νέοι θορυβώδεις γείτονες της απέναντι μονοκατοικίας καταστρέφουν το γραμματοκιβώτιό του στην προσπάθειά τους να παρκάρουν ένα τρέιλερ. Κι έτσι αρχίζουν οι καβγάδες, αλλά και μια αναπάντεχη φιλία, που αλλάζει όχι μόνο τη ζωή του Ούβε αλλά και ολόκληρης της γειτονιάς.
Το πρώτο βιβλίο του Φρέντικ Μπάκμαν, με το οποίο έγινε παγκοσμίως γνωστός, κυκλοφορεί σε 43 χώρες και μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο. Μια αστεία, συγκινητική και βαθιά ανθρώπινη ιστορία για τη μοναξιά, τις δυσκολίες στις ανθρώπινες σχέσεις, αλλά και την ανθρωπιά που μπορεί να κρύβεται εκεί που δεν το περιμένει κανείς.

«Θα γελάσετε, θα κλάψετε, θα νιώσετε συμπόνια για κάθε στριμμένο άνθρωπο που έχετε συναντήσει».
PEOPLE

Η ΓΙΑΓΙΑ ΜΟΥ ΣΑΣ ΧΑΙΡΕΤΑ ΚΑΙ ΖΗΤΑΕΙ ΣΥΓΓΝΩΜΗ

16.60

Η Έλσα είναι εφτά χρονών και δεν μοιάζει με κανένα κορίτσι της ηλικίας της. Η γιαγιά της είναι εβδομήντα εφτά χρονών και όλοι τη θεωρούν εντελώς παλαβή. Όλοι εκτός από την Έλσα, η οποία είναι σίγουρη πως η γιαγιά της είναι μια ιδιοφυΐα. Έτοιμη για όλα προκειμένου να διασκεδάσει ή να προστατεύσει την εγγονή της. Ακόμη και να διαρρήξει τον ζωολογικό κήπο, να πυροβολήσει με πέιντμπολ ή να φλερτάρει αστυνομικούς. Είναι όχι μόνο η καλύτερη, αλλά και η μοναδική φίλη της Έλσας.
Τα βράδια η Έλσα βρίσκει καταφύγιο στις ιστορίες που πλάθει η γιαγιά της για τα έξι φανταστικά βασίλεια, εκεί όπου κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να συμπεριφέρεται φυσιολογικά.
Όλα αυτά σταματούν ξαφνικά, όταν η γιαγιά πεθαίνει. Έχει αφήσει όμως πίσω της το πιο συναρπαστικό κυνήγι θησαυρού για την Έλσα: ένα σωρό επιστολές, τις οποίες θα πρέπει να παραδώσει στους αποδέκτες τους, ανθρώπους με τους οποίους η γιαγιά είχε συγκρουστεί.
Έτσι ξεκινάει η μεγάλη περιπέτεια της Έλσας, χάρη στην οποία θα ανακαλύψει την αλήθεια που κρυβόταν πίσω από τα παραμύθια της γιαγιάς, μιας γυναίκας που πραγματικά δεν έμοιαζε με καμία άλλη.

Η ΜΠΡΙΤ ΜΑΡΙ ΗΤΑΝ ΕΔΩ

15.00

Η Μπριτ-Μαρί δεν αντέχει την ακαταστασία – ακόμη και ένα συρτάρι με ανακατεμένα μαχαιροπίρουνα μπορεί να την αποσυντονίσει εντελώς. Επίσης ξυπνάει κάθε μέρα την ίδια ώρα και τρώει το φαγητό της ακριβώς όταν πρέπει, γιατί έτσι κάνουν όλοι οι πολιτισμένοι άνθρωποι.

Δεν είναι επιθετική – κάθε άλλο. Απλώς μερικές φορές οι άνθρωποι παρερμηνεύουν τις καλοπροαίρετες παρατηρήσεις της και τις θεωρούν κακόβουλη κριτική.

Στα εξήντα τρία της όμως η Μπριτ-Μαρί νιώθει πως έχει υποστεί αρκετά. Αποφασίζει ύστερα από σαράντα χρόνια να διαλύσει τον γάμο της, να παρατήσει το σπιτικό της και να βρει δουλειά στο μοναδικό μέρος όπου μπορεί: στο Μποργ, ένα κατεστραμμένο από την οικονομική κρίση και σχεδόν ερειπωμένο χωριό. Η Μπριτ-Μαρί, που σιχαίνεται το ποδόσφαιρο, γίνεται προπονήτρια μιας ομάδας εφήβων που δεν έχει καμία ελπίδα. Εκείνη, που σιχαίνεται τους θορύβους και τη βρωμιά, ζει πλέον σε έναν χώρο γεμάτο φωνακλάδικα παιδιά, πατάει σε λασπωμένα πατώματα και συγκατοικεί (κυριολεκτικά) με έναν αρουραίο.

ΚΑΘΕ ΠΡΩΙ Ο ΔΡΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΟΛΟ ΚΑΙ ΠΙΟ ΜΑΚΡΥΣ

11.00

Ο Νούα και ο παππούς του, καθισμένοι σε ένα παγκάκι μιας μικρής πλατείας, λένε αστεία και μοιράζονται την αγάπη τους για τα μαθηματικά και τη ζωή. Όλα είναι οικεία και παράξενα ταυτόχρονα, γιατί η «πλατεία» αυτή μικραίνει σιγά σιγά καθώς η μνήμη του παππού φθίνει. Η επαφή με τον εγγονό και τον γιο του και η αγάπη για τη γυναίκα του, που δεν είναι πια στη ζωή, βοηθούν τον παππού να παραμείνει στην «πλατεία» και να αγωνιστεί ενάντια στην άνοια.
Ένα μικρό αλλά πολύτιμο βιβλίο για τα γηρατειά, τις ακατανόητες ασθένειες του εγκεφάλου και τις δύσκολες στιγμές που ζούμε όταν αποχαιρετάμε έναν άνθρωπο ενώ είναι ακόμα ανάμεσά μας. Πιο πολύ όμως είναι ένα βιβλίο για την ικανότητα να γελάς δυνατά, να αγκαλιάζεις σφιχτά και να αντιλαμβάνεσαι την αξία ενός ωραίου μπαλονιού που ταξιδεύει προς τον ουρανό, όσο υπάρχει ακόμα χρόνος.