Προβολή όλων των 2 αποτελεσμάτων

ΔΥΟ ΝΥΧΤΕΣ ΣΤΟ ΣΑΡΑΝΤΙ

12.80

«Πνίγηκα τέσσερις φορές κι ακόμα ζω.
Αναρωτιέμαι, ο Θεός πόσο πολύ θέλει να με παιδέψει ακόμα;»
Όταν αυτές είναι οι πρώτες λέξεις που σου λέει ένας άνθρωπος μετά τις συστάσεις και τα τυπικά καλωσήλθατε και χαρά μου που σας γνωρίζω, ξέρεις ότι την έχεις πατήσει.
Θες να μάθεις τι γίνεται παρακάτω.

Ένας γέρος που του αρέσει να λέει ιστορίες. Κι ένας μουσικός που αποσύρεται σ’ ένα μικρό παραθαλάσσιο χωριό της Βοιωτίας πασχίζοντας να ολοκληρώσει τη συγγραφή ενός βιβλίου μετά από τρεις ημιτελείς απόπειρες. Αυτή είναι η καταγραφή της τυχαίας συνάντησής τους τον Ιούλιο του 2010.

ΕΠΟΠΤΗΣ

13.80

Ο Μπιλ φοβόταν. Ήταν ενήλικος. Δεν είχε την απάντηση. Και φοβόταν πολύ. Ήξερε να διακρίνει τις ποιότητες του φόβου. Υπήρχε ο φόβος να μη σε πιάσει η μαμά μετά από μια μικρή αταξία. Ο φόβος να μην αποκαλυφθεί ότι αντέγραψες στο διαγώνισμα. Ο φόβος της αποτυχίας. Ο φόβος να σε απορρίψει η παρέα σου (άρα ο φόβος να μείνεις μόνος). Ο φόβος για τις μέλισσες. Ο φόβος για τον οδοντίατρο. Όλες αυτές τις ποικιλίες του φόβου τις γνώριζε καλά, τις είχε επανειλημμένα αντιμετωπίσει στο παρελθόν, άλλοτε με σχετική επιτυχία, άλλοτε όχι.

Ετούτο εδώ όμως ήταν κάτι άλλο, πιο βαθύ, πιο πρωτόγονο. Όχι όμως και τελείως άγνωστο.