Προβολή όλων των 4 αποτελεσμάτων

Ο ΛΟΥΚΟΥΛΟΣ ΤΡΩΕΙ ΒΟΤΣΑΛΑ

8.50

Ένα πρωί που ο Φονφόν το ξεσκονόπουλο ξεσκονίζει τη ζούγκλα, ο Λούκουλος ο λιχούδης άσπρος ελέφαντας, κολυμπάει στη λίμνη με τα πεταλουδόψαρα. Το κολύμπι τού ανοίγει την όρεξη, τρώει εκατόν πενήντα βότσαλα και γίνεται ο πιο βαρύς ελέφαντας του κόσμου. Τον βλέπει ένας γίγαντας και όταν τον πιάνει, αποφασίζει να τον πάρει μαζί του στη Χώρα των Γιγάντων για να τον χρησιμοποιήσει για βαρίδι.

Ο ΛΟΥΚΟΥΛΟΣ ΤΡΩΕΙ ΠΑΠΑΡΟΥΝΕΣ

8.50

Ο Λούκουλος, ένας λιχούδης άσπρος ελέφαντας, τρώει ό,τι να ‘ναι. Μια μέρα, εκεί που πηγαίνει να κάνει επίσκεψη στη φίλη του την παρδαλή λεοπάρδαλη, περνάει από ένα ξέφωτο με χιλιάδες παπαρούνες και αποφασίζει να τις φάει όλες. Τρώει τόσες πολλές παπαρούνες, που το χρώμα του αλλάζει, από άσπρο γίνεται ροζ και από ροζ παπαρουνί. Τον βλέπει τότε ένας κυνηγός ελεφάντων, τον πιάνει με μια απόχη και τον πουλάει στο τσίρκο του Γρύπα Αγρύπα, όπου χίλια δυο βάσανα τον περιμένουν.

Ο ΛΟΥΚΟΥΛΟΣ ΤΡΩΕΙ ΠΥΓΟΛΑΜΠΙΔΕΣ

8.50

Ένα βράδυ ο Λούκουλος, ο λιχούδης άσπρος ελέφαντας, κοιμάται του καλού καιρού στη ζούγκλα με τις ροδακινιές, τα μπαλονόδεντρα και τις μυστικές σπηλιές και ονειρεύεται ότι πεινάει. Ξυπνάει αμέσως και αρχίζει να τρώει πυγολαμπίδες ώσπου γίνεται ο πιο φωτεινός ελέφαντας του κόσμου. Τον βλέπει ένας φαροφύλακας με κίτρινες τιράντες και αποφασίζει να τον κάνει φάρο στο μακρινό ωκεανό. Αλλά οι περιπέτειες του Λούκουλου έχουν μόλις αρχίσει …Τον αρπάζουν οι πειρατές και τον πουλάνε στο πειρατικό παζάρι, όπου τον αγοράζει ο Συννεφούφωτος ο Δεύτερος, ο βασιλιάς της Συννεφοχώρας, για να τον κάνει ήλιο στη χώρα του.

ΤΑ ΧΡΩΜΑΤΙΣΤΑ ΚΟΡΑΚΙΑ

8.80

O Νικολάκης Κουνελάκης το φιλόδοξο κουνέλι δεν είναι σίγουρος τι καριέρα να ακολουθήσει. Σκέφτεται να γίνει πυροσβέστης, αλλά φοβάται ότι μπορεί να τσουρουφλίσει τα μουστάκια του. Αποφασίζει να γίνει μυστικός αστυνομικός, αλλά αλλάζει γνώμη επειδή μπορεί να δει τη σκιά του και να τρομάξει. Ούτε ζαχαροπλάστης μπορεί να γίνει γιατί θα τρώει ο ίδιος όλα τα λουκούμια προτού τα πουλήσει. Τελικά βρίσκει το επάγγελμα που θα ακολουθήσει και πέφτει με τα μούτρα στη δουλειά. Την ίδια ώρα ο Μαυρίκιος Μαυρούλης, το κατάμαυρο κοράκι, επιστρέφοντας από ένα πάρτι που κανείς δεν ήθελε να χορέψει μαζί του, περνάει χύνοντας μαύρο δάκρυ κάτω από το παράθυρο του Νικολάκη Κουνελάκη, όταν ξαφνικά νομίζει ότι πέφτει ο ουρανός στο κεφάλι του! Δεν είναι όμως ο ουρανός. Είναι κάτι πολύχρωμο που θ’ αλλάξει ριζικά τη ζωή του.