Προβολή όλων των 7 αποτελεσμάτων

ΑΛΚΗΣΤΙΣ

14.90

Διάφορες πηγές της παράδοσης μας πληροφορούν ότι ο Ευριπίδης έγραψε και παρουσίασε στους δραματικούς αγώνες των διονυσιακών εορτών περίπου, ή λίγο περισσότερα από, 90 δράματα. Αν ο αριθμός αυτός συνυπολογισθεί, κάπως σχηματικά, με βάση τις παραστάσεις στα Μεγάλα Διονύσια (για τα Λήναια, εορτή ειδικά αφιερωμένη στην κωμωδία, το θέμα της τραγωδίας παραμένει εξόχως ασαφές), όπου οι τραγικοί όφειλαν, υπό ομαλές συνθήκες, να παρουσιάζουν κάθε φορά τέσσερα δράματα, τρεις τραγωδίες και ένα σατυρικό, συνάγεται το συμπέρασμα ότι ο ποιητής πρέπει να εμφανίσθηκε στο θέατρο πάνω από είκοσι φορές, επομένως περίπου με εβδομήντα τραγωδίες και είκοσι τρία σατυρικά…

ΕΡΩΦΙΛΗ

17.10

Η παρούσα τρίτη βελτιωμένη έκδοση της Ερωφίλης θεραπεύει τις ελλείψεις των εκδόσεων Σάθα και Ξανθουδίδη και αποκαθιστά μεγάλο αριθμό χωρίων που είχαν μείνει με νοηματικά σφάλματα και με φθορές γλώσσας και στιχουργίας. Η νέα επεξεργασία βασίστηκε στο άγνωστο προηγουμένως χειρόγραφο του Birmimgham, αλλά και στα βενετικά έντυπα του Γρανεδίγου και του Κιγάλα, και επίσης στα χειρόγραφα Αθηνών και Μονάχου. Δίνεται έτσι ένα εγκυρότερο κείμενο, πλησιέστερο στη γραφή του Γεωργίου Χορτάτση. Στην εισαγωγή εξετάζονται τα προβλήματα του ποιητή και της χρονολόγησης, των πολλαπλών ιταλικών πηγών, της γραμματολογικής βαθμίδας (Αναγέννηση ή μπαρόκ;) και του ιδεολογικού περιεχομένου του έργου, που είναι η αντίθεση στην αυταρχική εξουσία και στα κοινωνικά στεγανά. Εξετάζονται επίσης οι λαογραφικές απηχήσεις και οι ως σήμερα σκηνικές παρουσίες της Ερωφίλης, καθώς και η βαθμιαία καταξίωση του ποιητή, που ο Παλαμάς, στον πρόλογο της Τρισεύγενης, τον αναγνώρισε ως τον «πατέρα της νέας μας δραματικής τέχνης». Σημαντικότατες και οι κρίσεις των Ν. Εγγονόπουλου, Οδυσσέα Ελύτη και Ν. Μ. Παναγιωτάκη για την Ερωφίλη.

ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ ΜΗΔΕΙΑ

16.00

Εννοείται ότι ο μύθος της Μήδειας έχει μακρότατο παρελθόν, αν και διαπιστωμένο όχι απαραίτητα σε υπάρχοντα κείμενα αλλά σε αυτά που αποκαλείται, γενικά, ‘παράδοση’, δεδομένου ότι ή πληρέστερη αφήγησή της, σχετικής με το τραγικό θέμα, Αργοναυτικής εκστρατείας παραδίδεται από τον Απολλώνιο τον Ρόδιο, στα Αργοναυτικά του, μόλις περί τα μέσα του 3ου αι. π.Χ., αν καί, βέβαια, δεν αποκλείεται άντληση υλικού από πηγές που ανάγονται σε παλαιότερες περιόδους του έπους ή και άλλων ποιητικών ειδών, αφού θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι υπήρξε και παλαιότατη, παντελώς απροσδιόριστη, φάση του μύθου, επίσης σχετική με τα Αργοναυτικά, στην οποία φαίνεται να παραπέμπει ή Ομηρική Οδύσσεια (μ 70), με αναφορά στην Αργώ και στον Αιήτη. Εξάλλου, όπως θα διαπιστωθεί συχνά και στο μέρος των σχολίων, αυτό πού αποκαλείται ‘παράδοση’ συγκροτείται, κατά κανόνα, από στοιχεία ποικίλων ειδών και χρονικών περιόδων, οπότε εξηγούνται και οι ατελείωτες αντιφάσεις των πληροφοριών της – απτό παράδειγμα ή πλήρης αντίθεση, ως προς τα ονόματα των Αργοναυτών, μεταξύ του Απολλώνιου, πού αναφέρθηκε, και ενός σημαντικού και πολυγραφότατου Αθηναίου συνώνυμου Γραμματικού του επόμενου αιώνα.

ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ ΟΡΕΣΤΗΣ

17.10

Από οποιανδήποτε και σε οποιοδήποτε επίπεδο και αν προσεγγισθεί το τελευταίο, ίσως, δράμα που παρουσίασε ο Ευριπίδης στο αθηναϊκό κοινό (408 π.Χ.), πριν να πάρει τον μοιραίο δρόμο για την Μακεδονία λίγους μήνες μετά, θα προκύψει ευνόητο το συμπέρασμα ότι αντιμετωπίζεται το πιο απροσδόκητο, ερεθιστικό και ρηξικέλευθο θεατρικό προϊόν που σώζεται από την κλασική αρχαιότητα, μετά την “Ορέστεια” του Αισχύλου – αλλά, βέβαια, για εντελώς διαφορετικούς λόγους: πρόκειται για έργο ενός ευφυούς, ανήσυχου, ευφάνταστου και εξαιρετικά τολμηρού δημιουργού, ο οποίος πρέπει να είχε απόλυτη συνείδηση προς τα που βάδιζε με τις συγκεκριμένες επιλογές του και, προφανώς, να μη δίσταζε, μεταξύ της προοπτικής μιας νίκης στους δραματικούς αγώνες και της ανταπόκρισης στο πνεύμα μιας ταραγμένης εποχής, να προκρίνει το δεύτερο, που εδραίωνε, με άλλο ένα δείγμα, τις απόψεις του για τους στόχους της τραγωδίας των ημερών του, αν και αυτό συνεπαγόταν δραστικές αποκλίσεις από την παράδοση.

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΖΑΚΥΘΟΣ

14.90

Η «Γυναίκα της Ζάκυθος» αρχίζει να γράφεται στη Ζάκυνθο στο διάστημα της δεύτερης πολιορκίας του Μεσολογγιού (1825-1826), συμπυκνώνοντας και αναμορφώνοντας γεγονότα της περιόδου αυτής. Είναι η αφήγηση ενός υποθετικού Διονυσίου Ιερομονάχου εγκάτοικου στο ξωκλήσι τον Αγίου Λύπιου (Αλύπιου) στη Ζάκυνθο. Πίσω από το πρόσωπο αυτό κρύβεται βέβαια ο Σολωμός. Είναι άλλωστε μια συμβατική κάλυψη, αντίστοιχη προς το Βιβλικό ύφος του έργου. Κανείς δεν θα αμφέβαλλε ότι πρόκειται για τον ίδιο.

ΟΔΥΣΣΕΙΑ

12.80

Στην παρούσα έκδοση η “Στιγμή” παρουσιάζει μιαν Ανθολόγηση και Μετάφραση της ομηρικής Οδύσσειας από τον Στυλιανό Αλεξίου. Τα τμήματα που έχουν επιλεγεί δίνουν και το σύνολο της πλοκής. Στον Πρόλογο αξιολογούνται οι προηγούμενες μεταφράσεις Πολυλά, Εφταλιώτη, Καζαντζάκη-Κακριδή, Ψυχουντάκη, Σίδερη.
Στη μετάφραση χρησιμοποιήθηκε ένας ευέλικτος δεκαπεντασύλλαβος που μπορεί να αυξομειώνεται από δεκατρείς έως δεκαεπτά συλλαβές. Η παραδοσιακή τομή μετά την όγδοη συλλαβή παύει να είναι υποχρεωτική. Ο στίχος γίνεται καταλληλότερος για την απόδοση της προσωδιακής ποικιλίας του ομηρικού εξαμέτρου.
Η γλώσσα της μετάφρασης απαλλάχθηκε από τις αγκυλώσεις της παλαιάς δημοτικής. Παρέχεται έτσι ένα νεοελληνικό κείμενο άνετα κατανοητό από τον σημερινό αναγνώστη, κατάλληλο επίσης για σχολική χρήση στη Μέση Εκπαίδευση.

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΒΙΚΤΩΡΟΣ ΟΥΓΚΩ

13.80

Όπως όλες οι σπουδαίες μεταφράσεις, εκείνες των μεγάλων συγγραφέων έχουν διπλή αναφορά: ανήκουν στη γλώσσα προέλευσης αλλά και στη γλώσσα υποδοχής του πρωτοτύπου και αποκτούν συχνά διεθνή υπόσταση, όπως ο Πόε του Μπωντλαίρ. Στην παλαμική απόδοση του Ουγκώ συγκλίνουν μάλιστα δύο μορφές των γραμμάτων κορυφαίες σε δύο διαφορετικού και μείζονες εθνικούς κανόνες: δεν νοείται ιστορία της γαλλικής λογοτεχνίας χωρίς τον Ουγκώ ή της ελληνικής χωρίς τον Παλαμά, αλλά ούτε σύγχρονη ευρωπαϊκή παράδοση χωρίς τη γαλλική και την ελληνική λογοτεχνία.