Showing all 3 results

ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΑΝΤΙΣΗΜΙΤΗ

20.00

«Ο πατέρας μου μισούσε τους Εβραίους, όλους ανεξαιρέτως, ακόμα και τους ηλικιωμένους, ακόμα και τους πιο ταπεινούς. Επρόκειτο για ένα μίσος αρχαίο, πατροπαράδοτο, βαθύρριζο, για το οποίο δεν χρειαζόταν να δοθούν εξηγήσεις· ό,τι επιχείρημα κι αν έφερνες για να το δικαιολογήσεις, όσο παράλογο κι αν ήταν, θεωρούνταν θεμιτό. Ιστορίες περί μοχθηρών συνωμοσιών, σαν αυτές που περι­γράφονται στα Πρωτόκολλα των σοφών της Σιών, θεωρούνταν μπαρούφες. Όλα αυτά ήταν παραμύθια που λέγαμε στις υπηρέτριες όταν δεν μας άντεχαν άλλο και απειλούσαν πως θα πάνε να δουλέψουν σε καμιά οικογένεια Εβραίων, όπου και περισσότερα χρήματα θα έβγαζαν και καλύτερη μεταχείριση θα είχαν. Τους υπενθυμίζαμε παρεμπιπτόντως ότι οι Εβραίοι είχαν όντως σταυρώσει τον Σωτήρα μας. Πάντως οι άνθρωποι του δικού μας φυράματος δεν χρεια­ζόμασταν βαρύγδουπα επιχειρήματα για να βλέπουμε τους ­Εβραίους σαν ανθρώπους δευτέρας διαλογής. Ήταν πολύ απλό: δεν μας αρέσανε ― ή τέλος πάντων μας άρεσαν λιγότερο απ’ ό,τι οι άλλοι συνάνθρωποί μας. Κι αυτό ήταν κάτι τόσο φυσικό όσο και το να σ’ αρέσουν τα σκυλιά περισσότερο απ’ τις γάτες».

Ο αφηγητής των πέντε ιστοριών που συνθέτουν τούτο το μυθιστόρημα είναι γόνος μιας ξεπεσμένης αριστοκρατικής οικογένειας από την κεντρική Ευρώπη. Αναπολεί το παρελ­θόν του και παράλληλα τα σκοτεινότερα χρόνια του 20ού αιώνα ― στην Μπουκοβίνα, στο Βουκουρέστι, στη Βιέννη, στο Βερολίνο, στη Ρώμη.

ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΑΝΕ ΟΙ ΚΑΡΑΒΙΔΕΣ

20.00

Για χρόνια, οι φήμες για την Πιτσιρίκα του Βάλτου έδιναν κι έπαιρναν στο Μπάρκλι Κόουβ, ένα ήσυχο ψαροχώρι της Βόρειας Καρολίνας. Ο θάνατος του νεαρού Τσέις Άντριους τις έκανε να φουντώσουν ακόμη περισσότερο. Ποιος θα μπορούσε να τον είχε σκοτώσει, αν όχι εκείνο το αγριοκόριτσο που ζούσε μονάχο του στα βάθη του βάλτου;

Αλλά την Κάια δεν την είχαν καταλάβει. Ευαίσθητη και έξυπνη, είχε καταφέρει να επιβιώσει ολομόναχη, εγκαταλελειμμένη απ’ τους ανθρώπους, παρέα με τους γλάρους και μ’ όσα της δίδαξε η άμμος κι η αρμύρα. Όταν δύο νεαροί απ’ το χωριό γοητεύονται απ’ την άγρια ομορφιά της, η Κάια ανοίγεται σε μια καινούργια ζωή. Αλλά τότε συμβαίνει το αδιανόητο.

Μια ωδή στον φυσικό κόσμο και μια σπαρακτική ιστορία ενηλικίωσης, που μας υπενθυμίζει πώς τα παιδικά μας χρόνια μάς καθορίζουν για πάντα και ότι η ανθρώπινη φύση κουβαλά αρχέγονα, βίαια μυστικά, απ’ τα οποία κανένας δεν μπορεί να ξεφύγει.

ΤΟ ΟΛΛΑΝΔΕΖΙΚΟ ΣΠΙΤΙ

20.00

Η Μέιβ και ο Ντάνι Κόνροϋ μεγαλώνουν στο Ολλανδέζικο Σπίτι, μια εντυπωσιακή έπαυλη στα περίχωρα της Φιλαδέλφειας. Μια μέρα η μητέρα τους φεύγει αναπάντεχα και λίγο καιρό αργότερα ο πατέρας τους φέρνει στο σπίτι μια καινούργια γυναίκα, την Άντρια. Ο ερχομός της θα σημάνει το τέλος της παιδικής τους ηλικίας.

Χάνεται όμως κάτι το οποίο προσπαθείς μια ζωή να ξαναβρείς; Η Μέιβ και ο Ντάνι εξορίζονται απ’ το Ολλανδέζικο Σπίτι, αλλά για δεκαετίες παλεύουν να επιστρέψουν σ’ αυτό. Χτυπούν εις μάτην την πόρτα του παρελθόντος, περιμένοντας να βρεθεί κάποιος να τους ανοίξει ― και κάπως έτσι αφήνουν τη ζωή να περάσει.

Η μοίρα μας είναι τα παιδικά μας χρόνια, λέει η Αν Πάτσετ, μια απ’ τις πιο διακεκριμένες φωνές της σύγχρονης αμερικανικής πεζογραφίας. Στο Ολλανδέζικο σπίτι η συγγραφέας παραδίδει την ιστορία τριών γενιών μιας οικογένειας, καταθέτοντας έναν αλησμόνητο ύμνο στην αδερφική αγάπη και τη δύναμη της συγχώρεσης.