Showing 37–48 of 491 results

ΑΝΑΠΟΔΕΣ ΣΤΡΟΦΕΣ

15.00

… φτάνει ψηλά, στα ενετικά τείχη, ψυχή τριγύρω, σβήνει τη μίζα, κατεβάζει τη στέκα, ξεπεζεύει, ανάβει τσιγάρο, κάθεται σε μια τάφρο ύψους δεκαπέντε, μπορεί και είκοσι μέτρων, κάτω το χάος, «άμα φουντάρω, θα γίνω αλοιφή», σκέφτεται, άγριο φλερτ με τον γκρεμό, η καρδιά του πολυβόλο, ακούγονται οι κρότοι της σ’ ολόκληρη την πόλη, φουμάρει δίχως αύριο, «ρούφα μέχρι να φτάσει στις πατούσες», τον είχαν συμβουλέψει τις πρώτες φορές που γυρνούσε ο μπάφος, έτσι το κατέβαζε τώρα, μπορεί και να ’ναι το τελευταίο του τσιγάρο…

ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ

11.00

Αϊδίνι, 18 Φεβρουαρίου του 1909. Καταχείμωνο, μα ο ζεστός ήλιος της Ανατολής ολοκάθαρος γλύκαινε την ατμόσφαιρα. Αυτό ενθάρρυνε τη μέλλουσα μητέρα μου να πάει στο χαμάμ για ένα τελευταίο ανακουφιστικό ζεστό μπάνιο.

Η έμπειρη Τουρκαλίτσα, η Νατίρ, που συνήθως την έλουζε και της έκανε μασάζ, ήταν ιδιαίτερα προσεχτική καθώς η πελάτισσά της ήταν ετοιμόγεννη.

Η μέλλουσα μητέρα μου ξαφνικά άρχισε να νιώθει μια δυσφορία. Φαίνεται πως η αφεντιά μου, ατίθαση, δεν άντεχε άλλο την κλεισούρα. Η Νατίρ την παρηγορούσε:

– Μη σκιάζεσαι, αφέντισσα, της έλεγε με τα γουστόζικα σπασμένα ελληνικά της. Εσύ Ρωμιό έκει ντοκτόρο, μαμές, απ’ όλα τα καλά έκει. Εμείς πτωχό Τουρκάλα ντεν έκει ντοκτόρο, ούτε μαμές. Λίγκο πόνο εσύ, και βγαίνει το τσοτζούκ. Τρίτο ντικό σου τα ’ναι, λέω, χανουμάκι. Καταλαβαίνει εγκώ από κοιλιά σου, κορίτσι γκεννήσεις.

Το βιβλίο προέκυψε από σημειώσεις της Δ.Σ. στην περίοδο 1988-1994, τις οποίες σκόπευε κάποτε να επεξεργαστεί, ελπίζοντας πάντα ότι τα γηρατειά δεν θα την πρόδιναν. Είχαμε να κάνουμε με κείμενα εξαιρετικά δυσανάγνωστα και με συνεχείς παραπομπές. Οι ενότητες προέκυψαν μέσα από το υλικό:
Παιδική και νεανική ηλικία • Ένατη δεκαετία • Μικρά ποιήματα

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ Η ΡΩΜΙΑ ΣΟΥΛΤΑΝΑ

17.90

«Αναστασιά!»
Το κορίτσι άκουσε τη φωνή της μάνας του από το μαγερειό κι έτρεξε μέσα. «Πού είσαι, μωρή, απρόκοφτη;»
Η κοπελίτσα αναστέναξε. «Έρχομαι, μάνα», μουρμούρισε καλόβολα, δεν ξεσυνεριζόταν της μάνας της τις αυστηρές κουβέντες, τις είχε συνηθίσει και δεν την πείραζαν, κι ακούμπησε την πετσέτα πάνω στο βαρύ ξύλινο τραπέζι, όπου η μάνα μάλαζε σβέλτα και επιδέξια τη βαριά μεγάλη μπάλα της ζύμης.
Αναστασία. Έτσι έλεγαν τη μεγαλύτερη από τις τρεις όμορφες κόρες του παπα-Γιάννη, του Ορθόδοξου παπά του νησιού, σε λίγους μήνες γινόταν δεκατεσσάρων ετών, όμορφη σαν ήλιος φωτεινός…
Είχε η εικόνα της γαντζωθεί στην καρδιά του ατρόμητου Θεόφιλου και τη μάτωνε από έρωτα και ίμερο…
Και τώρα κόντρα στο πρωινό αεράκι τη φανταζόταν…Έφερνε τη διάφανη εικόνα της μπροστά στα μάτια του, κι οι άλλοι ναύτες στο κατάστρωμα τον κοίταζαν και κρυφογελούσαν μεταξύ τους, γιατί ήξεραν για ποιόν λόγο αναστέναζε και ξαναναστέναζε χωρίς τελειωμό…
Κάπως έτσι αρχίζει η αληθινή, συναρπαστική και δραματική ιστορία της Αναστασίας, που ένας άνεμος τρελός της μοίρας, θα την αρπάξει απ’ το νησί της και θα την ρίξει χανούμισσα στα πόδια του σουλτάνου Αχμέτ του Πρώτου.

ΑΝΔΡΟΛΙΒΑΔΟ

11.00

Και τότε συνέβη το ασύλληπτο: Είχε ανέβει στον ημιώροφο που έκανε σαν μικρό εσωτερικό μπαλκόνι, και με έναν φακό, αλλά δυνατό φακό, σαν γεννήτρια ή κάτι τέτοιο, άρχισε να με φωτίζει.

Το φως έπεφτε πάνω μου εκτυφλωτικό, σαν τη λάμπα του ανακριτή. Στο άλλο χέρι κρατούσε μια ντουντούκα, απ’ αυτές που έχουν οι γύφτοι και φωνάζουν «καρπούζιααα!», και άρχισε να με καθοδηγεί: «Κάνε δυο βήματα δεξιά, προς το φως, ακολούθησε το φως και βγάλε τον στηθόδεσμο. Δυο βήματα δεξιά και βγάλε τον στηθόδεσμο. Τον στηθόδεσμο».

Επειδή έλεγε στηθόδεσμο, και όχι σουτιέν, δεν πανικοβλήθηκα εντελώς. Η λέξη στηθόδεσμος με κράτησε έξω από τον πανικό. Πόσο τρομακτικός μπορεί να είναι κάποιος που λέει «στηθόδεσμο»;

ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΜΕ ΑΓΧΟΣ

15.50

Μια νέα γυναίκα επιχειρεί να ληστέψει μια τράπεζα. Για να γλιτώσει τη σύλληψη, μπαίνει σε ένα διαμέρισμα προς πώληση και κρατά ομήρους όσους είναι εκεί: την υπερενθουσιώδη μεσίτρια, ένα ζευγάρι συνταξιούχων που ανακαινίζει και πουλά διαμερίσματα για να καλύψει το κενό στον γάμο τους, δύο κοπέλες που διαφωνούν σε όλα, αλλά ετοιμάζονται να φέρουν στον κόσμο ένα παιδί μαζί, μια κυνική διευθύντρια τράπεζας με τάσεις αυτοκτονίας, μια ηλικιωμένη που υποφέρει από μοναξιά. Η αστυνομία περικυκλώνει το διαμέρισμα και, ενώ η αγωνία κορυφώνεται, όμηροι, ληστής και αστυνομικοί αρχίζουν να έρχονται κοντά και ανακαλύπτουν ότι έχουν περισσότερα κοινά απ’ όσα θα μπορούσαν να φανταστούν.

ΑΝΟΙΞΗ ΜΥΑΛΟΥ

12.00

Στις 12 Νοεμβρίου του 2019 ο Βασίλης Τοκάκης διαγνώστηκε με καρκίνο στον εγκέφαλο και στις 18 Νοεμβρίου του 2019 χειρουργήθηκε για πρώτη φορά. Αποφάσισε να μοιραστεί την εμπειρία της ζωής στο όριο. Μέσα από τα λόγια του περνούν οι τρικυμίες, οι ξαστεριές και οι ξαφνικές συνειδητοποιήσεις της ψυχής του.

Αυτή είναι η ιστορία μιας μάχης.

Αυτή είναι η ιστορία ενός μυαλού που ανθίζει.

ΑΝΤΙΟ ΠΑΛΙΕ ΚΟΣΜΕ

16.27

(. . .) Οι περισσότερες από αυτές τις συνομιλίες δημοσιεύτηκαν σε περιοδικά που έχουν κλείσει: το “Τέταρτο” του Μάνου Χατζιδάκι και το “01”. Μερικές στην “Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία” , δύο στον “Ήχο και μία στο “Cover Story”. Είναι αυτοσχεδιαστικές και σε μεγάλο βαθμό ηθικολογικές. Αντέχουν όμως, γιατί ο παραδειγματικός τους τόνος έχει ουσία, είναι βιωμένος και ακούγεται ως ειλικρινή συμβουλή από εκείνον που ξέρει προς εκείνον που ψάχνεται. Τώρα που όλη η γνώση και η πληροφορία είναι χύμα, αυτός που σηκώνει το χέρι και δείχνει την κατεύθυνση είναι και εκείνος που ανοίγει το δρόμο.

ΑΞΟΔΕΥΤΗ ΖΩΗ

17.00

Ο θάνατος, ναι, μα κι η ζωή η αξόδευτη… Ο Αριστοτέλης Κωνσταντινίδης έζησε σε μια άλλη εποχή, αν έζησε. Μικρός, ονειρευόταν την απόδραση: από την εκκωφαντική σιωπή της μητέρας του Μαρίνης, την αυστηρή ενορχήστρωση της ζωής του από τον πατέρα του Λυσίμαχο. Κρυμμένος κάτω από τους πάγκους της κουζίνας, ξόρκιζε τις σιωπές με τα χωρατά της Σουμέλας και οι απλωμένες μπουγάδες στο πίσω μέρος της αυλής γίνονταν, με σύμμαχο τη Φιλιώ, κατάρτι ψηλό σε πλοίο που θα τον έπαιρνε μακριά, πολύ μακριά. Μέχρι τότε ζωγράφιζε.

Πίσω, στο φόντο, η Αθήνα πάσχιζε να αποδείξει τον ευρωπαϊκό της χαρακτήρα στην οδό Βουλεβάρτου και στα αρχοντικά της Πατησίων. Κι ύστερα ανομολόγητη χρεοκοπία, και πάλι διχασμός, γενοκτονίες, Μικρασιατική Καταστροφή, Κρητική Επανάσταση…

ΑΟΡΑΤΟ ΝΗΜΑ

17.70

Ο Στεφάν Ντομπρίν, πειραματόζωο κάποτε προκειμένου να μετατραπεί στην τέλεια φονική μηχανή, αναγεννιέται από τις στάχτες του και γίνεται ο χειρότερος εφιάλτης εκείνων που διέλυσαν τη ζωή του και δολοφόνησαν τον αδερφό του.

Η Ζάνα Λυμπέρη, στην προσπάθειά της να δραπετεύσει από την γκρίζα ζώνη της κοινωνίας, γίνεται ο λάθος άνθρωπος τη λάθος στιγμή και βρίσκεται στο επίκεντρο μιας αδυσώπητης σύγκρουσης.

Οι δρόμοι τους διασταυρώνονται αναπάντεχα όταν ο κύκλος της εκδίκησης ανοίγει, σε μια ξέφρενη διαδρομή από την Αθήνα ως την Αμερική και τα Καρπάθια Όρη. Ο πρώην αδίστακτος στρατιώτης με τη διαλυμένη ψυχή και η πρώην κλέφτρα που ποτέ δεν έπαψε να πιστεύει στα παραμύθια αναγκάζονται να χαράξουν μαζί την αιματηρή πορεία ως το τέλος του κύκλου, ακροβατώντας πάνω στο αόρατο νήμα που συνδέει τη ζωή με τον θάνατο, το φως με το σκοτάδι, την παράνοια με τη λογική, το μίσος με την αγάπη.

Εκείνος, η στάχτη. Εκείνη, η ζωή.

Οι δυο τους, θηρευτές και θηράματα σε μια ακατάπαυστη εναλλαγή ρόλων. Θα καταφέρει η αγάπη να γίνει το μαγικό κλειδί; Θα αντέξει το νήμα, ή θα κοπεί καθώς τα τέρατα επιμένουν να βρυχώνται;

ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΠΕΖΑ

20.00

H πεζογραφία του Μπρούνο Σουλτς φημίζεται για την πρωτοτυπία της. Οι εξπρεσιονιστικές ιστορίες του, τοποθετημένες σε έναν φανταστικό χώρο παρόμοιο με τη γενέτειρά του, ανυψώνουν ποιητικά την καθημερινότητα στη σφαίρα του μύθου. Τα συνήθη θέματά του –ο άνεμος, ένα ρούχο, ένα πιάτο με ψάρια– εμφανίζονται αίφνης μυστηριώδη, αλλόκοτα και ικανά να φωτίσουν βαθύτερες αλήθειες. Όπως άλλωστε σημειώνει κάπου ο πατέρας, ένας από τους πιο ελκυστικούς χαρακτήρες που έπλασε ο συγγραφέας, «στην ύλη έχει δοθεί μια ατελείωτη γονιμότητα, μια ανεξάντλητη ζωική ισχύς και συγχρόνως μια γοητευτική δύναμη πειρασμού που μας παρασύρει στο να δημιουργούμε μορφές». Ο τόμος αυτός περιλαμβάνει τις δύο δημοσιευμένες συλλογές διηγημάτων του, Τα μαγαζιά της κανέλας και Το Σανατόριο κάτω από την κλεψύδρα, καθώς επίσης και τα υπόλοιπα κείμενά του, που συμπληρώνουν το πολύτιμο σώμα της λογοτεχνικής του παραγωγής.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΥΤΟΕΚΤΙΜΗΣΗ ΣΤΟΝ ΕΓΩΙΣΜΟ

14.90

Η ΑΠΟ-ΕΝΟΧΟΠΟΙΗΣΗ ΜΙΑΣ
(ΠΟΛΥ)
ΕΝΟΧΟΠΟΙΗΜΕΝΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ
«Όποιος λέει ότι αγαπάει
πολύ τους άλλους
και λίγο τον εαυτό του,
απλώς λέει ψέματα σʼ ένα από τα δύο:
ή στο ότι αγαπάει πολύ τους άλλους,
ή στο ότι δεν αγαπάει πολύ
τον εαυτό του.»

«Δεν πάει πολύς καιρός από τότε που άρχισα να καταλαβαίνω την πραγματική αξία της βοήθειας και την αξία που έχει το να είσαι εγωιστής. Από τότε, λέω: ʽʽΕίμαι τόσο, μα τόσο εγωιστής, που θα επιχειρήσω να βοηθήσω μόνο και μόνο επειδή μου δίνει χαρά. Θα το κάνω γιατί το θέλω εγώ και γιατί με ευχαριστεί. Θα το κάνω για μένα, όχι για σένα, οπότε δεν μου χρωστάς τίποταʼʼ.»

ΑΠΟΨΕ ΤΙ ΒΛΕΠΕΙΣ ΓΥΡΩ ΣΟΥ?

14.84

Ο Λάμπης ερωτεύεται άλλη, μια νταρντάνα, και παρατά τις «τρεις ομορφάδες», όπως αποκαλούσε την οικογένειά του τον καιρό της αγάπης. Η μοίρα όλων κρίνεται όταν η γυναίκα του βρίσκεται τσακισμένη στα βράχια. «Αυτοκτόνησε», συμπεραίνουν στο χωριό.