Showing all 4 results

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ

16.50

Η “Εισαγωγή στην ψυχανάλυση” περιέχει τις τελευταίες παραδόσεις που έδωσε ο Φρόυντ σε προχωρημένη ηλικία στο πανεπιστήμιο της Βιέννης μπροστά σε ένα μεικτό ακροατήριο, για το οποίο προϋπέθεσε ότι έρχεται σε επαφή με την ψυχανάλυση για πρώτη φορά. Γι’ αυτό και χαρακτήρισε τις παραδόσεις του εισαγωγικές και ανάλογος ήταν και ο τρόπος που χρησιμοποίησε για την κατανόησή τους: εισαγωγικός, επαγωγικός και κατά το δυνατόν εκλαϊκευτικός.

ΜΙΑ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ

9.90

Στο γράμμα για τα εβδομηκοστά γενέθλια του Ρομαίν Ρολλάν, ο Φρόυντ μπορεί πλέον να μιλήσει για τον ίδιο, ομολογώντας πως «η ανάμνηση αυτού του βιώματος πάνω στην Ακρόπολη επανέρχεται πολύ συχνά και με στοιχειώνει από τότε που γέρασα». Η ενοχή του να ξεπεράσει τον πατέρα του, η ενοχή υπέρβασης της πατρικής θέσης, η οποία παραπέμπει στην ασυνείδητη επιθυμία και ανάγκη πατροκτονίας για το προχώρημα στη ζωή, τον έφερε αντιμέτωπο με τη βιαιότητα του θανάτου, που επέκειτο πραγματικά λόγω της ηλικίας και βιωνόταν φαντασιωτικά στη σχέση του με τους νεότερους. Ο φόνος του πατέρα λειτουργεί σαν το νήμα που διαρθρώνει τον υποκειμενικό μύθο και την προσωπική ιστορία του Φρόυντ και τα συνδέει με την εφεύρεση της ψυχανάλυσης, την κοσμοθεώρησή της και την ερμηνεία των κοινωνικών δεσμών και της πολιτισμικής εξέλιξης. Η Ακρόπολη, ως πολιτισμικό μνημείο, θρυμματισμένη αλλά αγέρωχη, θυμίζει ένα χαμένο παρελθόν που υφίσταται όρθιο παρ’ όλους τους θανάτους. Ίσως ο Φρόυντ, στο γραπτό του, μας ζητά απλώς επιείκεια και σεβασμό για τον ίδιο και το έργο του, ένα έργο που συνεχίζει να προκαλεί κλυδωνισμούς, αντιστάσεις και ταραχές. Το 1904, ο Σεφέρης, μικρό αγόρι, ζούσε σε έναν κόσμο που φάνταζε αιώνιος, ενώ ο Φρόυντ ανέβαινε στο Βράχο, κι αυτός σχετικά ξέγνοιαστος, με συγκεχυμένες αναμνήσεις από μια αλλοτινή αξέχαστη παιδική ηλικία σε μέρη της Κεντρικής Ευρώπης, που κι αυτά φάνταζαν αιώνια. Το 1936 όμως, ο Σεφέρης έγραφε με τον τρόπο του « Όπου και να πάω η Ελλάδα με πληγώνει», ενώ ο Φρόυντ, πικραμένος και ανήμπορος, χωρίς ιδιαίτερη όρεξη για αφιερώματα γενεθλίων, ζώντας την επικράτηση του ναζισμού, ανέσυρε τις αναμνήσεις του από την ανάβαση στην Ακρόπολη, ανασύροντας ταυτόχρονα το ερώτημα της Aufhebung, το πώς ένας γιος ξεπερνά τον πατέρα του. Το 1970, ο ποιητής, υπό καθεστώς δικτατορίας, μας δωρίζει ένα όνειρό του πάνω στην Ακρόπολη, ένα όνειρο αποξένωσης, που έκρυβε στα σωθικά του έναν εφιάλτη. Άραγε τί σημαίνει η Ακρόπολη, τέτοια που υψώνεται στο βλέμμα των επισκεπτών στον σύγχρονο κόσμο μας ; Ο εφιάλτης του Σεφέρη είναι αρκετά σαφής και συνάδει με την αλλοίωση και την καταστροφή της. Το δέος του Φρόυντ, αντίθετα, εντάσσεται στο σεβασμό της λειτουργίας της και στην ερμηνεία της θέσης της ως μνημειακού θησαυρού της ανθρωπότητας. Πράγματι έχει τη θέση αγάλματος · από τη μια αντιπροσωπεύει μεταφορικά μια στροφή της Ιστορίας και από την άλλη στέκεται υπεράνω της κρίσης, της σκέψης, των μυθευμάτων και των επίκαιρων δρώντων. Ο Σεφέρης θυμίζει μια φράση του Φρόυντ, επίκαιρη και στις μέρες μας : «Είμαι καταποντισμένος μέσα σε αυτή την αγιάτρευτη αθλιότητα και δεν μπορώ να τη βγάλω από πάνω μου. Κάνουμε διαστημικά ταξίδια, καταπολεμούμε τις αρρώστιες, όμως τον μεγαλύτερο εχθρό του ανθρώπου –τον άνθρωπο–δεν μπορούμε να τον εξουδετερώσουμε».

ΤΟ ΑΝΟΙΚΕΙΟ

6.99

Ο Ζίγκμουντ Φρόιντ στη σειρά Επίλεκτα!

Το ανοίκειο είναι εκείνο το είδος του τρομακτικού το οποίο ανάγεται σε κάτι που ήταν κάποτε πολύ γνωστό και για πολύ καιρό οικείο.

Ο πολυγραφότατος και επιδραστικός νευρολόγος, θιασώτης της ψυχανάλυσης και ρηξικέλευθος αναλυτής, Ζίγκμουντ Φρόιντ, τιμάται μέσα από μια νέα κυκλοφορία των Εκδόσεων Οξύ, από τη σειρά Επίλεκτα.

Συνεχίζοντας την εξερεύνησή του στα βάθη του ανθρώπινου μυαλού, ο πατέρας της ψυχανάλυσης εξετάζει σ’ αυτό εδώ το σύντομο, αλλά ιδιαίτερα επιδραστικό δοκίμιο την αίσθηση του ανοίκειου, που «χωρίς αμφιβολία ανήκει στη σφαίρα του τρομακτικού, αυτού που προκαλεί ανησυχία και φόβο», αλλά συγχρόνως δεν μας είναι απαραίτητα άγνωστη ή εντελώς καινούργια.

ΦΡΟΥΝΤ-ΓΙΟΥΝΓΚ Η ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ

18.30

«…Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον λοιπόν να παρακολουθήσουμε την ανταλλαγή απόψεων τόσο σε συναισθηματικό όσο και σε επιστημονικό επίπεδο, τις διαφωνίες που οδηγούν σε οριστική ρήξη και στο τέλος μιας φιλίας και μιας γόνιμης επιστημονικής συνεργασίας. Βλέπουμε, ιδίως στην αρχική περίοδο της αλληλογραφίας, δύο μεγαλοφυείς ανθρώπους που παλεύουν με τις ψυχικές τους δυσκολίες και τους εσωτερικούς τους δαίμονες και ξεκινώντας απ’ αυτές κάνουν μια κατάδυση στα βάθη της ασυνείδητης ανθρώπινης ψυχολογίας, όπως δεν είχε γίνει ποτέ στο παρελθόν σ’ αυτήν την έκταση και επιστημονική κατανόηση και πληρότητα»Ματθαίος Γιωσαφάτ